Σημάδια ψυχαναγκασμού: Ποια είναι και πώς να διαχειριστείτε την κατάσταση

Ο χαρακτηρισμός κάποιου ως ψυχαναγκαστικό είναι συνήθης και σίγουρα όλες τον έχουμε ακούσει ή και χρησιμοποιήσει αναφερόμενοι σε κάποιο άτομο. Εάν είστε μανούλες, πολύ πιθανό να έχετε ακούσει από τα παιδιά σας ότι γίνεστε ψυχαναγκαστική!

Τι είναι, όμως, αυτό που είθισται να αποκαλούμε «ψυχαναγκασμός»; Ποια είναι τα συμπτώματα και τα βασικά εκείνα σημάδια ψυχαναγκασμού με βάση τα οποία μπορούμε τόσο από μόνες μας όσο και μέσα από την παρατήρηση άλλων να διαπιστώσουμε εάν έχουμε μία τέτοια τάση ή συμπεριφορά; Πότε ο ψυχαναγκασμός αποτελεί πρόβλημα; Μπορούμε να διαχειριστούμε μόνες μας τα σημάδια ψυχαναγκασμού και συνεπώς την ευρύτερη αυτή κατάσταση ή είναι απαραίτητη η διάγνωση και εν συνεχεία η αρωγή ενός ειδικού ψυχικής υγείας;

Στα ανωτέρω και σε μερικά ακόμη ερωτήματα θα επιχειρήσουμε να δώσουμε απαντήσεις στο παρόν άρθρο. Ας υπογραμμιστεί πως ο σκοπός του άρθρου είναι εξ ολοκλήρου ενημερωτικός και συμβουλευτικός, ενώ το τι θα αποκομίσετε από όσα σας γράφουμε και το πώς θα τα συμπεριλάβετε στην καθημερινότητά σας άπτεται της προσωπικής επιλογής σας.

Τι είναι ο ψυχαναγκασμός;

Πρόκειται για μία από τις ψυχικές διαταραχές η οποία ανήκει στην κατηγορία των αγχωδών διαταραχών και σύμφωνα με το DSM (εγχειρίδιο στο οποίο κατατάσσονται οι ψυχικές διαταραχές) ονομάζεται κανονικά Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή. Το άτομο παγιδεύεται μέσα σε συνεχείς κι επαναληπτικές σκέψεις, παρορμήσεις (βλέπε ιδεοληψίες), εικόνες και συμπεριφορές που επηρεάζουν σημαντικά την καθημερινότητά του. Τα οικεία πρόσωπα μπορεί να αντιληφθούν την ύπαρξη τέτοιων συμπεριφορών, μπορεί όμως και όχι. Συχνά, συμβαίνει κι από μόνο του το άτομο να αναγνωρίζει ότι είναι υπερβολικές ή παράλογες, αλλά νιώθει αναγκασμένος να σκέφτεται ή να δρα με τον τρόπο αυτό, γιατί διαφορετικά βιώνει έντονο άγχος.

Πού μπορεί να οφείλεται;

Η αλήθεια είναι πως οι αιτίες του ιδεοψυχαναγκασμού δεν είναι γνωστές με βεβαιότητα.

  1. Όπως και σε κάθε διαταραχή, πάντως, πιστεύεται ότι η κληρονομικότητα είναι σίγουρα ένας βασικός παράγοντας που ενοχοποιείται για την ύπαρξη σε κάποιο άτομο της διαταραχής αυτής – δεν εγγυάται βέβαια το εάν θα εκδηλωθεί ή όχι (προσοχή σε αυτό). Βέβαια, όταν ο ένας ή και οι δύο γονείς εμφανίζουν σημάδια ψυχαναγκασμού, αυτό συνεπάγεται ότι το παιδί θα βιώνει και θα αλληλεπιδρά μέσα σε ένα περιβάλλον γεμάτο από πράξεις, σκέψεις και συμπεριφορές μη λειτουργικές, όπως είναι αυτές που αναφέραμε παραπάνω ότι πραγματοποιούνται από τα άτομα με ψυχαναγκασμό. Έτσι, ακόμη κι αν δεν έχει κληρονομήσει κάτι από αυτούς, μόνο και μόνο που το περιβάλλον εντός του οποίου διαμορφώνει την προσωπικότητά του μπορεί να σταθεί συνθήκη ικανή για να εμφανίσει σημάδια ψυχαναγκασμού. Πόσο μάλλον στην περίπτωση όπου η κληρονομικότητα έχει «συνεισφέρει» και το παιδί μεγαλώνει διαρκώς μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον το οποίο ευνοεί την εκδηλώσει της κληρονομηθείσας διαταραχής. Επομένως, εδώ μιλάμε για δύο διαφορετικές συνθήκες: κληρονομικότητα και οικογενειακό ή άμεσο περιβάλλον.
  2. Η δεύτερη βασική αιτία στην οποία φαίνεται να αποδίδεται η ύπαρξη ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής έχει να κάνει με τον εγκέφαλο. Υποστηρίζεται ότι τα σημάδια ψυχαναγκασμού συνυφαίνονται με την προβληματική επικοινωνία ανάμεσα στο εμπρόσθιο τμήμα του εγκεφάλου και των βαθύτερων εγκεφαλικών δομών, όπου βασικός νευροδιαβιβαστής είναι η σεροτονίνη (η οποία όταν επαναφέρεται σε φυσιολογικά επίπεδα οδηγεί και σε ύφεση των συμπτωμάτων). 

Σχετίζεται με την τρέλα;

Αντίθετα με όσα μπορεί να ακούγονται, ο ψυχαναγκασμός δε συνάδει επ’ ουδενί με την … «τρέλα». Μάλιστα, ο ψυχαναγκαστικός ασθενής έχει λιγότερες πιθανότητες να «τρελαθεί», αφού οι αιτίες της σχιζοφρένειας είναι διαφορετικές από αυτές της ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής. Μπορεί κάποιες ιδεοληψίες να μοιάζουν με παραλήρημα ασθενούς που πάσχει από σχιζοφρένεια, ωστόσο ο ασθενής με ψυχαναγκασμό καταλαβαίνει ότι αυτό που σκέφτεται ή κάνει είναι παράλογο, αλλά νιώθει αναγκασμένος να το σκέφτεται ή να το κάνει, ενώ ο ασθενής με σχιζοφρένεια πιστεύει απόλυτα στην αλήθεια του παραληρήματός του. Βέβαια, είθισται στα πλαίσια της κοινωνίας και της χώρας που ζούμε να συνδέουμε ακόμα και να ταυτίζουμε κάθε «προβληματική» συμπεριφορά με την «τρέλα», ή να κολλάμε την ταμπέλα του «τρελού» σε όποιον πράττει ή σκέπτεται με τρόπο διαφορετικό από το δικό μας κι άρα – κατ’ εμάς – αλλόκοτο…

Πότε αποτελεί πρόβλημα;

Για κάθε ψυχική διαταραχή υπάρχουν 2 γνωρίσματα που, εάν υφίστανται, πιθανότατα μιλάμε για «πρόβλημα» το οποίο χρήζει σωστής διαχείρισης. Τα γνωρίσματα αυτά είναι:

  1. Δυσκολία στον ύπνο (αϋπνία, λίγες ώρες ύπνου, συνεχή ξυπνήματα κ.λπ.)
  2. Δυσλειτουργία στην καθημερινότητα.

Εφόσον ισχύουν τα παραπάνω, τότε για κάθε ψυχική διαταραχή μπορούμε σχεδόν με βεβαιότητα να πούμε ότι είναι υπαρκτή και πρέπει να θεραπευτεί – εάν γίνεται – ή τουλάχιστον να «τιθασευτεί» καταλλήλως έτσι ώστε το άτομο να είναι πλήρως λειτουργικό μέσα στην ημέρα του.

Όσον αφορά συγκεκριμένα στην ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, εξαιρώντας τη διάγνωση που μόνο ένας ειδικός κλινικός ψυχολόγος ή ένας ψυχίατρος είναι σε θέση να κάνουν, ο καθένας από μόνος του μπορεί να δει αν εμφανίζει αρκετά από τα σημάδια ψυχαναγκασμού. Τα δύο βασικά που γενικά χρειάζεται να υφίστανται είναι τα δύο προαναφερόμενα, τα οποία συνήθως δηλώνουν ότι υπάρχει κάποια ψυχική διαταραχή (όχι απαραιτήτως η ιδεοψυχαναγκαστική). Επίσης, προτού δούμε παρακάτω αναλυτικά τα σημάδια ψυχανασγκασμού. ΜΗ βιαστείτε να πείτε για τον εαυτό σας ή για κάποιο αγαπημένο σας πρόσωπο ότι έχει το συγκεκριμένο πρόβλημα επειδή, για παράδειγμα, κάθε πρωί, προτού φύγετε για τη δουλειά, ελέγχετε εάν είναι όλες οι μπαλκονόπορτες κλειστές ή το μάτι της κουζίνας σβηστό! Αυτά μπορεί να είναι δείγματα μιας συνεπούς προσωπικότητας, με υπευθυνότητα και ενδεχομένως φοβία σχετικά με πιθανή… διάρρηξη του σπιτιού. Η διαφορά σας εν προκειμένω με ένα άτομο που πάσχει από ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή είναι ότι το δεύτερο θα επαναλαμβάνει περισσότερες φορές τις προηγούμενες πράξεις προτού φύγει, ενώ παράλληλα θα καθοδηγείται από σκέψεις και σενάρια («φαντασίας») που θα κάνει στο μυαλό του. Μπορεί, δηλαδή, να έχει μόλις ασφαλίσει τα παραθυρόφυλλα και, επειδή σκέπτεται ότι ένας ληστής μπαίνει από το παράθυρο ενώσω αυτός απουσιάζει από το σπίτι και του κλέβει το αγαπημένο του ρολόι, πηγαίνει και ξανα-ασφαλίζει τα παραθυρόφυλλα! Κι αυτό είναι ένα απλό παράδειγμα προκειμένου να γίνει σε εσάς αντιληπτή η διαφορά αυτή.

Ποια είναι τα σημάδια ψυχαναγκασμού;

Όπως αναφέραμε και προλογικά, ο ειδικός ψυχικής υγείας και μόνον είναι σε θέση να κάνει εκτίμηση της κατάστασης και αντίστοιχη διάγνωση. Ασφαλώς, ο καθένας και η καθεμία από εμάς μπορεί να ελέγξει εάν τα σημάδια ψυχαναγκασμού που ακολούθως θα παρουσιάσουμε εμφανίζονται στην καθημερινότητά του / της και μάλιστα σε ποιο βαθμό. Τα κυριότερα συμπτώματα και σημάδια ψυχαναγκασμού από τα οποία μπορείτε να ξεκινήσετε για να εξετάσετε μόνοι και μόνες σας εάν πιθανόν υπάρχει κάποιο θέμα είναι τα εξής:

  • Υπερβολική ανησυχία για όλα (επισημαίνουμε την τελευταία λέξη καθώς έχει μεγάλη σημασία).
  • Συνεχής και συχνά μη αιτιολογημένη ανησυχία που σχετίζεται με τα μικρόβια, τη βρωμιά, πιθανή μόλυνση.
  • Σκέψεις και συνεπακόλουθη έντονη ανησυχία για ατύχημα ή τραυματισμό τόσο του ίδιου όσο και κάποιου προσώπου, συνήθως αγαπημένου προσώπου (π.χ. αδελφός, γονιός, παιδί, σύντροφος, φίλος κ.ο.κ.).
  • Αίσθηση τεράστιας ευθύνης για την ασφάλεια των άλλων, κυρίως των αγαπημένων προσώπων.
  • Συνεχόμενη τακτοποίηση αντικειμένων.
  • Ενασχόληση με το πέταμα και το ξεκαθάρισμα μικρο-αντικειμένων, αντικειμένων που έχουν δηλαδή μικρή ή μηδαμινή αξία, όπως για παράδειγμα όλα τα ψιλο-πράγματα που μπορεί να βρεθούν στο γραφείο ή στο κομοδίνο κάποιου.
  • Επανειλημμένο πλύσιμο των χεριών ή και ολόκληρου του σώματος.
  • Επανειλημμένος καθαρισμός ειδών οικιακής χρήσης αλλά και χώρων εντός του σπιτιού (από το γραφείο, την τουαλέτα, την μπανιέρα και τα πατώματα μέχρι τα τηλεχειριστήρια τηλεοράσεων κ.λπ.).
  • Έλεγχος και επανέλεγχος ή επανέλεγχοι αρκετές φορές μέσα στην ίδια ημέρα για το εάν είναι κλειστές και ασφαλισμένες οι πόρτες και για το ότι δεν είναι σε λειτουργία οι ηλεκτρικές συσκευές όπως το air condition και ο φούρνος.
  • Δυσκολία αποχωρισμού αντικειμένων, χωρίς απαραιτήτως αυτά να έχουν κάποια ιδιαίτερη αξία για το άτομο. Πρόκειται για τη δυσκολία να πατάει άχρηστα αντικείμενα (π.χ. καπάκια, παλιά περιοδικά, διαφημιστικά φυλλάδια, και ό,τι άλλο μπορεί κανείς να φανταστεί).
  • Δυσάρεστες σκέψεις και εικόνες / σενάρια στο μυαλό που έχουν να κάνουν τόσο με τη θρησκευτική ή / και τη σεξουαλική ζωή του ίδιου ή κάποιου οικείου προσώπου όσο και γενικότερα με τη θρησκευτικότητα και τη σεξουαλικότητα.
  • Συνεχή ανάκληση και ανασκόπηση συνομιλιών του ατόμου με άλλους.
  • Έντονη φοβία ότι οι αρνητικές σκέψεις και εικόνες που κάνει θα πραγματοποιηθούν και μάλιστα θα προκαλέσουν κάποιου είδους βλάβη (π.χ. σωματική) ή θα έχει γενικότερα αρνητικές επιπτώσεις στον ίδιο ή σε αγαπημένο του πρόσωπο.
  • Μεγάλη δυσκολία στη διαχείριση και τον έλεγχο τέτοιων σκέψεων.

Μπορεί η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή να θεραπευτεί;

Δεδομένου ότι αποτελεί μία από τις αγχώδεις διαταραχές, ο ψυχαναγκασμός είναι ιάσιμος αρκεί να πραγματοποιηθεί η κατάλληλη θεραπεία από πλευράς του υποκειμένου. Και τι εννοούμε θεραπεία; Ασφαλώς τη μέθοδο που ο ειδικός ψυχικής υγείας θα ακολουθήσει με τον ασθενή του.

Πώς θεραπεύεται;

Οι καταλληλότερες προσεγγίσεις για την ύφεση στα σημάδια ψυχαναγκασμού και την άμεση ίαση της ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής είναι ενδεικτικά οι ακολούθως αναφερόμενες:

  1. Γνωσιακή – Συμπεριφορική Θεραπεία (Cognitive – Behavioral Therapy, CBT): στοχεύει στην αλλαγή του τρόπου με τον οποίο ο ασθενής αντιλαμβάνεται το πρόβλημά του. Κεντρικό ρόλο στην εμφάνιση της διαταραχής έχει η διογκωμένη αίσθηση ευθύνης του, καθώς πιστεύει πώς, αν δεν δράσει σύμφωνα με τις σκέψεις και τις εικόνες που φτιάχνει στο μυαλό του, κάτι κακό θα συμβεί είτε στον ίδιο είτε σε αγαπημένο του πρόσωπο. Έτσι, ωθείται σε πράξεις εξουδετέρωσης που με τον καιρό οδηγούν σε αύξηση της συχνότητας των ιδεοληψιών και παράλληλα επιτείνουν το άγχος. Στα πλαίσια της θεραπείας αυτής, το άτομο μπορεί να καταστεί λειτουργικό και να ξεπεράσει τα σημάδια ψυχαναγκασμού που το κατακλύζουν μέσα σε περίπου 10 – 12 συνεδρίες, εφόσον βέβαια τηρεί και στο σπίτι του όσα ο ειδικός του υποδεικνύει. Επίσης, σε μερικές περιπτώσεις, είναι πολύ καλό να πραγματοποιούνται κι επαναληπτικές – αναμνηστικές συνεδρίες έπειτα από την πάροδο ενός χρονικού διαστήματος, π.χ. μετά από 1 έτος, έτσι ώστε να θυμηθεί ξανά ο ασθενής τι πρέπει να κάνει, πώς να σκέπτεται κ.λπ. και να αξιολογηθεί η πρόοδος και η κατάστασή του. Να επισημάνουμε ότι η θεραπεία αυτή ακολουθείται από ειδικευμένους ψυχολόγους και όχι ψυχιάτρους, επομένως δεν εμπεριέχει φαρμακευτική αγωγή. Εάν ο ψυχολόγος την κρίνει απαραίτητη για κάποιο μικρό χρονικό διάστημα, τότε χρειάζεται ο ασθενής να επισκεφθεί ένα συνεργαζόμενο ψυχίατρο για την κατάλληλη συνταγογράφηση.
  2. Ομάδες υποστήριξης: Η επικοινωνία με άλλα άτομα που πάσχουν επίσης από ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή ή η συμμετοχή σε οποιαδήποτε ομάδα ψυχοθεραπείας μπορεί να βοηθήσει πάρα πολύ. Αρκεί να αναζητήσετε μία τέτοια και να γίνετε μέλος της. Μάλιστα, οι ομάδες υποστήριξης μπορούν να δρουν συνδυαστικά και συνεργατικά με τη CBT που προσφέρεται από ειδικό ψυχολόγο ή με κάποια άλλη προσέγγιση ψυχολογικής βοήθειας.
  3. Συμβουλευτική οικογένειας / Θεραπεία ζεύγους: Εφόσον το άτομο που εμφανίζει σημάδια ψυχαναγκασμού έχει δική του οικογένεια ή μόνο σύντροφο-σύζυγο, είναι μία εξαιρετική λύση η επίσκεψη σε ψυχολόγο ειδικευμένο στην οικογενειακή συμβουλευτική ή στη θεραπεία ζεύγους. Δεν απαιτείται σε καμία περίπτωση να εμφανίζει «πρόβλημα» και κάποιο άλλο μέλος για να τον επισκεφθούν. Ο σύντροφος, όμως, ή η οικογένεια εκπαιδεύεται καταλλήλως έτσι ώστε να συμβιώνει αρμονικά με τη διαταραχή του ασθενούς, να γνωρίζει τι ακριβώς είναι αυτό που έχει το αγαπημένο τους πρόσωπο και τι μπορούν ή πρέπει οι ίδιοι να κάνουν στη διαχείρισή του.
  4. Ψυχανάλυση: Αν και πλέον θεωρείται ξεπερασμένη, η ψυχαναλυτική προσέγγιση φαίνεται να είναι άκρως αποτελεσματική για τη θεραπεία οποιουδήποτε προβλήματος και κάθε ψυχικής διαταραχής. Ωστόσο, απαιτεί χρόνο, κόπο και χρήματα από πλευράς του ασθενούς, οπότε δε συνιστάται για τα άτομα που θέλουν να δουν άμεση βελτίωση. Για αυτήν, μάλιστα, μπορείτε να διαβάσετε περισσότερες πληροφορίες στο άρθρο: Ψυχοθεραπεία: Τι είναι, πόσο κοστίζει, πόσο διαρκεί, σε τι βοηθάει ο ψυχολόγος.

Τι μπορεί ο καθένας να κάνει;

Πέραν της επίσκεψης σε ειδικό ψυχολόγο που κρίνεται απαραίτητη, ο καθένας και η καθεμία από εμάς είναι σημαντικό να ακολουθά συμπεριφορές όπως οι προτεινόμενες:

  1. Να ενημερώνεται όσο πιο πολύ μπορεί για τα σημάδια ψυχαναγκασμού, για το τι είναι αυτή η διαταραχή και πώς θεραπεύεται. Όσο περισσότερα γνωρίζουμε, τόσο καλύτερα μπορούμε να καταλαβαίνουμε τι συμβαίνει.
  2. Να ασχολείται με δραστηριότητες που του προσφέρουν ευχαρίστηση και τον γεμίζουν, όπως μπορεί να είναι ένα άθλημα, ο χορός, το περπάτημα, η κεμάθηση μιας ξένης γλώσσας ή μίας τέχνης, οι οικιακές δουλειές, η παρασκευή ενός γλυκού, η παρακολούθηση ταινιών, τα ψώνια και λοιπά.
  3. Να συναναστρέφεται ανθρώπους ευχάριστους, που τον κάνουν να περνάει όμορφα κι εποικοδομητικά, να γελάει κι άρα να ξεχνιέται.
  4. Να αναβάλει όσο περισσότερο μπορεί την ψυχαναγκαστική πράξη. Αυτή είναι και η μόνη στην ουσία πρακτική που μπορεί ο καθένας και η καθεμία από εμάς να εφαρμόζει στην καθημερινότητά του προκειμένου να εξαλείφει σιγά – σιγά τα σημάδια ψυχαναγκασμού. Μόλις, για παράδειγμα, σκεφτείτε ότι πρέπει να τσεκάρετε για δεύτερη φορά την πόρτα, προσπαθήστε να το καθυστερήσετε. Επαναλαμβάνοντας αυτή την καθυστέρηση κάθε μέρα έπειτα από τις περισσότερες ψυχαναγκαστικές σκέψεις θα διαπιστώσετε ότι σταδιακά μειώνεται η σημασία τους κι άρα και η διαταραχή.

Ελπίζουμε να βοηθήσαμε έστω κι ένα άτομο με το παρόν άρθρο μας και να έχουμε συνεισφέρει έστω και λίγο στην «ενεργοποίηση» των περισσότερων από εσάς αναφορικά με τα σημάδια ψυχαναγκασμού, εάν τα εμφανίζετε εσείς ή δικοί σας άνθρωποι!

Άλλα άρθρα του περιοδικού μας σχετικά με την ψυχική υγεία ή γενικότερα το χώρο της ψυχολογίας είναι ενδεικτικά τα:

Σχετικά άρθρα
Τα καλύτερα